Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

το βιβλίο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΛΤΗ για πέντε μεγάλους μπουζουξήδες του ’50

Το «λαϊκό τραγούδι» είναι αληθινό λαϊκό τραγούδι, όχι σαχλαμάρες, γι’ αυτό και δεν θα ξαναβάλω εισαγωγικά.... Εξέφρασε και εκφράζει όσο μπορεί και σήμερα (όσο του το επιτρέπουν οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί) τις κρυφές και φανερές ανάγκες του λαού για περίσκεψη, διασκέδαση και εκτόνωση. Φτιάχτηκε από ανθρώπους που έζησαν τη φρίκη της Κατοχής και το μαρτύριο του Εμφυλίου, αληθινούς αριστοτέχνες της μελωδίας και ποιητές του στίχου, οι οποίοι «πατώντας» πάνω στις δεξιότητες των μπουζουξήδων, πρωτίστως, διοχέτευσαν προς τον λαό ανεπανάληπτα τραγούδια. Ο μπουζουξής, ο εκτελεστής, που σε ορισμένες/αρκετές περιπτώσεις ήταν και ο ίδιος συνθέτης, μπορεί να βρισκόταν συχνά πίσω από το κεφάλαιο «τραγουδιστής», όμως η παρεμβολή του σ’ αυτήν την κλασική δημιουργική τριπλέτα συνθέτης-στιχουργός-ερμηνευτής υπήρξε όχι απλώς καθοριστική, αλλά και ανυπέρβλητη. Πώς θα ηχούσαν τα λαϊκά του ’50 και του ’60 χωρίς τις πενιές των Ανέστη Αθανασίου, Αργύρη Βαμβακάρη, Βασίλη Καραπατάκη, Στέλιου Μακρυδάκη και όλων των υπολοίπων; Καλύτερα να μην το συζητήσουμε…
Ο ερευνητής Γιώργος Αλτής, μπουζουξής ο ίδιος, κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό ένα βιβλίο από τις εκδόσεις Μετρονόμος, που τιτλοφορείται Λαϊκά Πορτρέτα Ι/ Μεγάλοι σολίστες του μπουζουκιού από τη δεκαετία του ’50, πλέκοντας κατά βάση το εγκώμιο πέντε θρυλικών εκτελεστών, μέσω τον οποίον ήχησε… ο πόνος μας, ο πόνος των Ελλήνων εννοώ, με την πενιά. Ποιοι είναι αυτοί οι μπουζουξήδες; Όσοι είπαμε πιο πάνω, συν τον θρύλο Δημήτρη Στεργίου-Μπέμπη. Πάμε να δούμε και λίγες λεπτομέρειες…
Το βιβλίο ξεκινά με την περίπτωση του Ανέστη Αθανασίου (1912-1984). Τσιγγάνος στην καταγωγή και βασικός συνεργάτης στα πάλκα και τη δισκογραφία του Βασίλη Τσιτσάνη, ο Αθανασίου ακούγεται σε κλασικά λαϊκά όπως είναι το «Δυο πόρτες έχει η ζωή» και η «Μαντουμπάλα» και βεβαίως στα «Συννεφιασμένη Κυριακή», «Απόψε κάνεις μπαμ», «Στο Τούνεζι στην Μπαρμπαριά» και «Τα καβουράκια», έτσι όπως τα ηχογράφησαν οι Ολλανδοί της Philips στον Παρνασσό (την αίθουσα εννοώ) το 1954. Ο Αλτής δίνει διάφορα βιογραφικά, εμμένει στη συνεργασία με τον Τσιτσάνη (με μαρτυρίες κ.λπ.), ενώ αναφέρεται και στην περιπέτεια του Αναστασίου στην Αμερική, καθώς έπαιζε και ηχογραφούσε από το Hollywood μέχρι το Greenwich Village. Πολύ ωραία η μαρτυρία του Κώστα Χατζηδουλή για την τελευταία επαφή των δύο φίλων: «Στις 4 ή 5 Ιανουαρίου του 1984 ήμασταν με τον Τσιτσάνη στη Γλυφάδα, ετοιμαζόμασταν να πάμε στο Λονδίνο. Τον πήρε στο τηλέφωνο ο Ανέστης να του μιλήσει επειδή θα έφευγε. Εγώ του είχα πει ότι ο Τσιτσάνης ήταν άρρωστος. Χάρηκε ο Τσιτσάνης που τον άκουσε. Μου είπε: “Ξέρεις ποιος ήτανε; Ο Ανέστος. Μου είπε καλό ταξίδι”. Ήταν η τελευταία φορά που μιλήσανε». Ο Ανέστης Αθανασίου πέθανε τον Μάιο του ’84, λίγους μήνες μετά τον Τσιτσάνη.
Ο Αργύρης Βαμβακάρης (1930-1983), αδελφός του Μάρκου, θεωρείται από τα κορυφαία μπουζούκια της χρυσής περιόδου του λαϊκού (δεκαετία του ’50). Έγραψε και δικά του τραγούδια, που απέδωσαν φίρμες της εποχής (Βαγγέλης Περπινιάδης, Γιώτα Λύδια, Σπύρος Ζαγοραίος, Πάνος Γαβαλάς, Μανώλης Αγγελόπουλος…), ενώ δούλεψε δίπλα στους Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Μπέλλου, Λαύκα, Γκρέυ κ.ά. (ο Αλτής παραθέτει ωραίες φωτογραφίες και ντοκουμέντα). Πέρασε κι αυτός από την Αμερική –μοιραίο για πολλούς μπουζουξήδες και όχι μόνον, που έψαχναν κάτι καλύτερο στα χρόνια του ’60– για να επιστρέψει οριστικά στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σχεδόν ξεχασμένος. Πέθανε απογοητευμένος λίγο αργότερα, μόλις στα 53 του.
Ξεχωριστή η περίπτωση και του Βασίλη Καραπατάκη, που πέθανε κι αυτός νεότατος το 1974, στα 52 χρόνια του. Ο «καταραμένος», προσέτι, κατά τον Θωμά Γκόρπα συνθέτης του λαϊκού με τις αμέτρητες επιτυχίες, που καταχωρίστηκαν όμως σε ονόματα άλλων («Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Η κοινωνία με κατακρίνει»…). Η συνεργασία του με τον Καζαντζίδη και τον στιχουργό Χρήστο Κολοκοτρώνη από τα μέσα του ’50 υπήρξε μνημειώδης, όπως και με τον Μανώλη Αγγελόπουλο εξάλλου, με τον οποίον ο Καραπατάκης έκανε την «Μαγκάλα». Ο Αλτής περιφέρεται σε όλες τις φάσεις της ζωής του καρδιτσιώτη συνθέτη και μπουζουξή, έχοντας μαρτυρίες φίλων, συνεργατών και συγγενικών προσώπων του, και βοηθούμενος από το ωραίο φωτογραφικό υλικό στοιχειοθετεί ένα αναλυτικό πορτραίτο τού αδικημένου δημιουργού. Ας προσθέσω ακόμη πως τόσο στο θέμα «Καραπατάκης», όσο και σε όλα τα υπόλοιπα ο Αλτής «κλείνει» με κατάλογο συνθέσεων και συμμετοχές σε ηχογραφήσεις άλλων.
Η επόμενη περίπτωση αφορά σ’ ένα άλλο μεγάλο μπουζούκι της εποχής, τον Στέλιο Μακρυδάκη (1928-1995). Ο ήχος του Μακρυδάκη είναι συνυφασμένος με τον ήχο της Columbia, καθώς συμμετείχε σε εκατοντάδες ηχογραφήσεις της. Φυσικά έγραψε και δικά του τραγούδια, μερικά από τα οποία έγιναν μέγιστες επιτυχίες, όπως για παράδειγμα το «Το ’πες και το ’κανες». Ο Αλτής χρησιμοποιεί υλικό από την ιστορική πλέον εκπομπή «Λαϊκοί Βάρδοι» του αείμνηστου Πάνου Γεραμάνη, και συνδυάζοντάς το με μαρτυρίες άλλων (Γιάννης Σταματίου, Τάκης Μπίνης, Γιώτα Λύδια, Δημήτρης Βύζας…), καθώς και με ωραίο φωτογραφικό υλικό συνθέτει μια βιογραφία του Μακρυδάκη μεστή και σίγουρη. Σε κάποιο σημείο λέει η Λύδια: «Το 1972 πήγαμε μαζί στο Σικάγο, στο Γκρέσιαν Γκάρντενς. Δουλέψαμε τρεις μήνες. Κάθε βράδυ γινόταν χαλασμός από τον κόσμο. Τα λεφτά που πέταγαν, οι σερβιτόροι τα μάζευαν σε σκάφες και κουβάδες. Το ίδιο γινόταν και στην Αυστραλία το 1975. Περάσαμε πολύ ωραία χρόνια τότε. Ο κόσμος μάς αγαπούσε και μας αγκάλιαζε. Με τον Στέλιο όσες φορές δουλέψαμε μαζί έχω να θυμάμαι μόνο ωραία πράγματα».
Το βιβλίο του Γιώργου Αλτή «Λαϊκά Πορτρέτα Ι» θα κλείσει με την πιο σκοτεινή και αχαρτογράφητη περίπτωση… εκείνη του Δημήτρη Στεργίου-Μπέμπη (1927-1972), ίσως του μεγαλύτερου μπουζουκιού, που ακούστηκε ποτέ στην Ελλάδα, την Αμερική ή οπουδήποτε αλλού. Ο θρύλος περιζώνει τα κατορθώματα του Μπέμπη, ενόσω ακόμη ζούσε, ενώ το πράγμα ξέφυγε μετά τον πρόωρο θάνατό του. Από καλή οικογένεια του Πειραιά, ο Μπέμπης πήρε μαθήματα από πολύ νωρίς παίζοντας πολλά και διαφορετικά όργανα (πιάνο, βιολί, κιθάρα –στην οποίαν υπήρξε δεξιοτέχνης–, μπάντζο, μαντολίνο…), χτίζοντας τη φήμη του, στα χρόνια του ’50 κι αυτός, βασικά με το μπουζούκι. Στη σφαίρα της λαϊκής μυθολογίας κινούνται οι «κόντρες» του με τον Μανώλη Χιώτη, ενώ η απαξίωση που έδειχνε προς τη δισκογραφία (οι εγγραφές του υπήρξαν ελάχιστες – όλοι όμως γνωρίζουμε το σήμα της εκπομπής του αείμνηστου Γεραμάνη, τις «Πεννιές Μπέμπη») μεγέθυναν ακόμη περισσότερο το άστρο του. Ομορφάντρας, αλλά και κάπως «σκοτεινός» σαν χαρακτήρας, ο Μπέμπης διέπρεψε στα πάλκα φυσικά, τόσο εδώ, όσο και στην Αμερική, αφήνοντας άφωνους, όσους είχαν την τύχη να τον ακούσουν στις καλές του (έχω προσωπική-συγγενική μαρτυρία γι’ αυτό). Όπως γράφει και ο Αλτής: «Ο Μπέμπης από τους ανθρώπους της εποχής του θεωρείται καταπληκτικός μπουζουξής, αλλά απόμακρος άνθρωπος, παραδομένος στα πάθη του. Γι’ αυτούς, όμως, που τον ζήσανε στενότερα και γνώριζαν κάποιες ιδιαίτερες πτυχές του χαρακτήρα του, θεωρείται πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, με αυξημένο το αίσθημα της αξιοπρέπειας». Ο Δημήτρης Στεργίου θα φύγει από τη ζωή, χτυπημένος από το ποτό (έτσι πρέπει να το λέμε), στα 45 χρόνια του, γράφοντας έναν σύντομο αλλά ανεπανάληπτο επίλογο στο κεφάλαιο της λαϊκής πενιάς. 
Περισσότερα για την περίπτωσή του εδώ... http://www.lifo.gr/articles/music_articles/78960

5 σχόλια:

  1. άλλα τρασ εχεις να μας διαφημίσεις;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Το γεγονός ότι κάθε ανάρτηση, όπως και κάθε σχόλιο που αφήνεται(!), αποτελούν μιαν έμμεση διαφήμιση (ενός βιβλίου, ή ενός δίσκου κ.λπ.) είναι παρεπόμενο τής δουλειάς. Και με το να ενοχλείται κάποιος, με κάτι τέτοιο, δείχνει απλώς πως είναι κωθώνι (όταν δεν είναι βαλτός).
      «Τρασ» ένα βιβλίο για τους μπουζουξήδες του ’50; Το διάβασες και αυτό απεκόμισες; Να σε… τάξουν στη χάρη της τότε –γίνονται και θαύματα λένε– μπας και βελτιωθεί λίγο η κατάστασή σου… Γιατί για γιατρειά δεν το βλέπω.

      Διαγραφή
  2. Nα προσθέσω απλά για το 7" του Τσιτσάνη με τον Ανέστη Αθανασίου στο μπουζούκι και την Μαρίκα Νίνου φωνή ο τίτλος που δόθηκε απο τους Ολλανδούς ειναι ΤΗΕ ΤSITSANIS TYPICAL ORCHESTRA SIDE A Cloudy Sunday The Little Crabs SIDE B Come as you are, Tonight. PHILLIPS 402 036 NE.
    Συγκαταλέγουν έτσι οι Ολλανδοί τον Τσιτσάνη και την ορχήστρα του σε μιά σειρά 7" δίσκων 45 στροφών με 4 τραγούδια έκαστος που μεταξύ άλλων συμπεριλαμβάνει συνθέτες όπως:
    Schumman,Sibelius,Wagner,Chopin,Mendelssohn κ.α.
    Αυτά περί ως ελάχιστο παράδειγμα της βαρύτητας του Τσιτσάνη και των εκτελεστών της ορχήστρας του συμπεριλαμβανομένου και του Ανέστη Αθανασίου στο μπουζούκι,έτσι προς γνώση του ανώνυμου και προφανώς ανεγκέφαλου που σχολίασε παραπάνω την όλη ανάρτηση ως αναφορά στο trash (που ανάθεμα κι αν ξέρει και τι εννοεί...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. * το περί στην τρίτη παράγραφο είναι περιττό,ξέχασα να το σβήσω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Απάντηση στο σχόλιο της 4:10 AM (που το θέλει αδημοσίευτο ο συντάκτης του)

    Ποια είναι η γνώμη μου για τέτοιες δισκάρες; Η καλύτερη!

    ΑπάντησηΔιαγραφή