Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

δύο πιάνο τρίο

Δεν έχει πολλά άλμπουμ στην κατοχή του ως leader ο πιανίστας Larry Fullerμάλλον έχει μόλις δύο, το “Easy Walker” ηχογραφημένο το 1998, με τον θρύλο Ray Brown και τον Jeff Hamilton στο team, και το παρόν φερώνυμο [Capri, 2014], με τους Hassan Shakur και Greg Hutchinson σε μπάσο, ντραμς αντιστοίχως. Το αποτέλεσμα, στην περίπτωση του δεύτερου «άτιτλου» CD, είναι ένα set δώδεκα κομματιών, τα οποία (και τα δώδεκα) αποτελούν διασκευές σε τζαζ, λιγότερο τζαζ ή μη τζαζ στάνταρντ. Συνθέσεις δηλαδή των Cole Porter, Ray Brown, Clifford Brown, Joni Mitchell, John Lewis, Oscar Peterson, Duke Ellington (2), Willard Robison, Burton Lane, Johnny Mandel και Bud Powell, οι οποίες αναδεικνύουν τις ποιότητες του πιανίστα και της… συνοδείας αυτού. 
Όπως, ίσως, αντιλαμβάνεστε ένας από τους μουσικούς που επηρέασαν στην διαδρομή τον αμερικανό jazzman (ο Fuller είναι γεννημένος στο Τολέδο του Ohio το 1965, αλλά τώρα ζει και εργάζεται στην Νέα Υόρκη) ήταν ο Ray Brown (1926-2002). Fuller και Brown υπήρξαν συνεργάτες τα τελευταία χρόνια της ζωής τού διάσημου μπασίστα, γεγονός που οδηγεί σήμερα τον Fuller να δηλώνει πως… αν και παίζει χρόνια jazz, την αξία της παρουσίασής της την διδάχθηκε μόνον από τον Ray Brown. Τι να εννοεί άραγε μ’ αυτό ο πιανίστας; Μάλλον το γεγονός πως ο Brown, όντας δασκαλεμένος και αυτός για χρόνια (1951-1966) στο τρίο του Oscar Peterson, είχε διαμορφώσει την δική του «εικόνα» για το πώς πρέπει να ηχεί ένα τζαζ-τρίο, εκμεταλλευόμενο το πάσης φύσεως (pop) ρεπερτόριο και επιμένοντας σε λυρικές-συναισθηματικές αποδόσεις. Τούτο «βγάζει μάτι», σήμερα, όχι μόνο στην συγκρότηση του ρεπερτορίου του Larry Fuller, αλλά κυρίως στον τρόπο που οδηγεί τον εαυτό του, και το rhythm section, προς την αναζωογόνηση του «ήχου Peterson». Θαυμάσιες, λυρικές versions, με το swing, το bop, το blues ακόμη και το boogie να καθορίζουν το ακρόαμα, και με τους στυλοβάτες του ρυθμού να αποδεικνύονται ισάξιοι συμπαραστάτες.
Επαφή: www.caprirecords.com
Από τα νέα ταλέντα του τζαζ πιάνου, ο 27χρονος Jason Yeager με καλές σπουδές στο Tufts και το NEC (δάσκαλοί του υπήρξαν οι Danilo Perez, Fred Hersch, Ran Blake και Frank Carlberg) μάς προτείνει το ολοκαίνουριο CD του που έχει τίτλοAffirmation κι είναι τυπωμένο για την Inner Circle Music του Greg Osby. Αν και φαινομενικώς έχουμε να κάνουμε μ’ ένα πιάνο-τρίο (με τον μπασίστα Danny Weller και τον ντράμερ Matt Rousseau να συμπληρώνουν το σχήμα), στην πράξη, και σε διάφορα tracks, συμμετέχουν επιπλέον μουσικοί, με αποτέλεσμα η έννοια του τρίο να βρίσκεται κάπως στον αέρα. Anyway… δεν μας χαλάει αυτό. Έτσι, λοιπόν, δίπλα στους τρεις βασικούς μουσικούς προστίθενται κατά περίπτωση ο τρομπετίστας και φλουγκελχορνίστας Jean Caze, η τραγουδίστρια Aubrey Johnson, καθώς και ο γνωστός μας τενορίστας Noah Preminger. Μετά απ’ αυτό είναι φανερό πως ο κύκλος των συνθέσεων του Yeager (όπως και των διασκευών στο “Julia” των Beatles και σε κάτι από το “Quartet for the end of time” του Messiaen) αποκτά και άλλα «εξωτερικά» χαρακτηριστικά, χωρίς η συγκεκριμένη εξέλιξη να σημαίνει πως δεν μπορεί να εκτιμηθεί και η περισσότερο αυστηρή πιάνο-τρίο γραμμή. Πόσω μάλλον όταν σε κομμάτια όπως το “Achi” ή το “Blues for Billy P” το Jason Yeager Trio αποδίδει με ολοφάνερη ευαισθησία, κοντά σε μιαν αυστηρή, όσο και υψηλή, αισθητική γραμμή. Το παίξιμο του Yeager που είναι περιγραφικό, με δυνατό αριστερό, περικλείει κάτι (αρκετό) από την «ηρεμία» των δασκάλων του, βγάζοντας όμως και πιο «σκληρά» vibes σε κομμάτια όπως το “Keep the fire”, όταν η τρομπέτα του Caze και το τενόρο του Preminger έρχονται να τονώσουν το σολιστικό μέτωπο. Εκείνο, πάντως, που είναι φανερό ακούγοντας το “Affirmation” σχετίζεται, περισσότερο, με τον ντελικάτο και αβίαστο ήχο του Yeager, που διατηρεί αμέριστα επικοινωνιακά στοιχεία. Ακόμη και στην σύνθεση τού Messiaen ο νεαρός αμερικανός καταφέρνει να είναι απλός και προσεγγίσιμος, δίχως να χάνει σε μεστότητα και πάθος. Παίζει με τις ταχύτητες (από την ένταση μέχρι την ηρεμία), κρατάει ρυθμικό ρόλο με την άνεση του βιρτουόζου, μελωδεί δημιουργώντας «ατμόσφαιρες» και «περιβάλλοντα», αυτοσχεδιάζει δίχως να απεμπολεί την ουσία της αφήγησης. Εν τέλει; Ένα άλμπουμ, που γράφτηκε όχι μόνο για ν’ ακουστεί… αλλά και για να ξανακουστεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου